Α. ΓΕΝΙΚΑ

 

Μετά τη δημοσίευση του Ν. 4301/2014 (ΦΕΚ Α' 223/07-10-2014), με τις διατάξεις του οποίου τροποποιήθηκε τόσο ο Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας, όσο και ο περί Διοικήσεως του Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου (Π.Ι.Ι.Ε.Τ.) Νόμος, κατελύθη α) η αυτοτέλεια και β) το αυτοδιοίκητο του Π.Ι.Ι.Ε.Τ.

Τόσο η αυτοτέλεια του Ιερού Ιδρύματος όσο και το αυτοδιοίκητο εβασίζετο στην εξαίρεση από τα εκκλησιαστικά ιδρύματα και Ιερά Προσκυνήματα που καθιέρωνε η παράγραφος 1 του αρθ. 66 του Ν. 590/1977 (ιδέ παράρτημα), με αποτέλεσμα να μην εφαρμόζονται οι διατάξεις περί εκκλησιαστικών ιδρυμάτων και Ιερών Προσκυνημάτων, όπως αυτή της παραγράφου 5 του άρθρου 35 του Ν. 590/1977 (ιδέ παράρτημα), που μετά τις νομοθετικές τροποποιήσεις για πρώτη φορά εφαρμόζεται, και που καθιστά δέσμιο το Π.Ι.Ι.Ε.Τ. των αποφάσεων και ενεργειών της Δ.Ι.Σ. (Διαρκούς Ιεράς Συνόδου), Ι.Σ.Ι. (Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας) και της τοπικής εκκλησίας.

Οι διατάξεις αυτές του προαναφερθέντος Νόμου Ν. 4301/2014 είναι αντισυνταγματικές και παράνομες, καθόσον παραβιάζουν ευθέως, τις βουλήσεις των διαθετών, δηλαδή τη βούληση των Κτητόρων του Ιερού Ναού, η Διαθήκη των οποίων αποτελεί κατά κοινή ομολογία, τη συστατική πράξη του Ιερού Ιδρύματος. Παράλληλα θέτει και εν αμφιβόλω την έννοια της δωρεάς, αφού η Ελληνική Πολιτεία, με τη θέσπιση του νόμου αυτού 4301/2014, δεν λαμβάνει υπόψη την πραγματική βούληση των διαθετών, παραβιάζοντας ευθέως την παράγραφο 1 του άρθρου 109 του Συντάγματος, και μετατρέπει ένα ίδρυμα κοινωφελούς σκοπού με θρησκευτικό ρόλο και χαρακτήρα πανελλήνιας ακτινοβολίας, σε ένα εκκλησιαστικό ίδρυμα προσδεδεμένο και ουσιαστικά διοικούμενο από την τοπική εκκλησία, παρά τις αντίθετες βουλήσεις των διαθετών Κτητόρων, οι οποίοι ρητά προέβλεπαν, ότι τη διοίκηση του Ιερού Ιδρύματος θα έχουν πάντοτε λαϊκοί Τήνιοι πολίτες και όχι ιερωμένοι.

Με το Ν. 349/1976 η Ελληνική Πολιτεία ανεγνώρισε το μεγάλο κοινωνικό έργο του Π.Ι.Ι.Ε.Τ. και το ανήγαγε σε Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) υπό την εποπτεία του κράτους. Παρόλα ταύτα, όμως, όρισε, κατά παρέκκλιση της Διαθήκης των Κτητόρων, τον επιχώριο Μητροπολίτη ως Πρόεδρο του Π.Ι.Ι.Ε.Τ., ορίζοντας παράλληλα ότι τα υπόλοιπα μέλη της Διοικούσας Επιτροπής, θα είναι εκλεγμένοι από εκλεκτορικό σώμα, λαϊκοί Τήνιοι πολίτες. Αυτή η κατά παρέκκλιση ρύθμιση που αφορά τον πρόεδρο του Π.Ι.Ι.Ε.Τ. ουδόλως επηρέασε τη νομική και πραγματική κατάσταση του Π.Ι.Ι.Ε.Τ. μέχρι τώρα. Με τις πρόσφατες νομοθετικές ρυθμίσεις μεταβλήθηκε η νομική και πραγματική κατάσταση του Π.Ι.Ι.Ε.Τ., που ευθέως πλήττουν, όπως προαναφέραμε, την αυτοτέλεια και το αυτοδιοίκητο αυτού.

Στο παρόν γραπτό κείμενο, γίνεται μία πρώτη προσέγγιση του ζητήματος που προέκυψε και σκοπός του είναι με απόλυτη σαφήνεια και ευκρίνεια να ενημερωθεί ο αναγνώστης, για τις αλλαγές και τροποποιήσεις που επήλθαν, κυρίως όμως για τις συνέπειες των νομοθετικών αυτών αλλαγών.

 

Β. ΠΑΡΑΒΙΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

Με τη δημοσίευση των διατάξεων του Ν. 4301/2014, που κυρίως κατήργησαν την εξαίρεση του Π.Ι.Ι.Ε.Τ. από τα εκκλησιαστικά ιδρύματα και Ιερά Προσκυνήματα, που θέσπιζε η παρ. 1 αρθ. 66 Ν. 590/1977, το Π.Ι.Ι.Ε.Τ. κατέστη εκκλησιαστικό ίδρυμα, δέσμιο στην τοπική εκκλησία και υπαγόμενο ευθέως στη νομοθεσία της Εκκλησίας της Ελλάδος, δηλ. στις αποφάσεις της Δ.Ι.Σ., Ι.Σ.Ι. και της Μητροπόλεως Σύρου. Με αυτό τον τρόπο, παρεβιάσθη ευθέως η συστατική πράξη του Π.Ι.Ι.Ε.Τ. που είναι η Διαθήκη των Κτητόρων, όπως και παραπάνω αναφέρθηκε. Ουδέποτε αμφισβητήθηκε, κατά τα 200 χρόνια λειτουργίας του Ιδρύματος αυτού, ότι η Διαθήκη των Κτητόρων αποτελεί τη συστατική πράξη του. Εν προκειμένω, το Π.Ι.Ι.Ε.Τ. δεν ιδρύθηκε με πράξη της Εκκλησίας για να αποτελεί εκκλησιαστικό ίδρυμα, αλλά με πράξη βουλήσεως ιδιωτών (Διαθήκης) των Κτητόρων του Ιερού Ναού, οι οποίοι και καθόρισαν τους σκοπούς και τον τρόπο λειτουργίας και Διοίκησής του. Όρισαν, δηλαδή, μεταξύ άλλων, ότι τα μέλη της Διοικήσεως του Π.Ι.Ι.Ε.Τ. πρέπει να είναι Τήνιοι πολίτες, λαϊκά μέλη και όχι ιερωμένοι. Διεχώρισαν με τον τρόπο αυτό το Π.Ι.Ι.Ε.Τ. ως ίδρυμα με κοινωφελείς σκοπούς και θρησκευτικό χαρακτήρα, από τα ιδρύματα που υπάγονται στην Εκκλησία και χαρακτηρίζονται ως εκκλησιαστικά ιδρύματα.

Έτσι, μετά την ψήφιση της παραγράφου 6 του άρθρου 51 του Ν. 4301/2014, το Π.Ι.Ι.Ε.Τ. κατέστη εκκλησιαστικό ίδρυμα, δηλ. η Πολιτεία, αυθαίρετα και παράνομα άλλαξε το σκοπό και τον χαρακτήρα του, από κοινωφελές ίδρυμα, σύμφωνα με τη συστατική πράξη του, τη Διαθήκη των Κτητόρων, σε ίδρυμα της Εκκλησίας. Αυτή η νομοθετική πρωτοβουλία της Πολιτείας έρχεται σε ευθεία αντίθεση με την παράγραφο 1 του άρθρου 109 του Συντάγματος (ιδέ παράρτημα) και συνεπώς είναι ακυρωτέα. Υπάρχει πλήθος αποφάσεων δικαστηρίων (νομολογία), σύμφωνα με τις οποίες πρέπει να είναι σεβαστή η βούληση του διαθέτη ως προς τον χαρακτήρα και το σκοπό του ιδρύματος, αλλά και ως προς τα μέλη και τη σύνθεση της Διοικήσεως αυτού, και συνεπώς ακόμη και «αν οριστεί ένα νέο μέλος, την πλειοψηφία για τη λήψη των αποφάσεων και τη Διοίκηση πρέπει να έχουν τα μέλη που όρισε ο διαθέτης και με τον τρόπο που ομοίως όρισε τούτος» (βλ. ΣτΕ 1191/2009 και 1192/2009, ΣτΕ 1574/2006, ΣτΕ 203/2005, ΣτΕ 145/2002, ΑΠ (ΟΛΟΜ) 8/1994, ΑΠ (ΤΜΗΜΑ Α’) 253/1980).

Επιπρόσθετα δε, με την ανωτέρω νομοθετική διάταξη παραβιάζεται και το άρθρο 17 του Συντάγματος περί προστασίας της ιδιοκτησίας, από τη στιγμή που το ίδρυμα αυτό ιδρύθηκε με πράξη ιδιωτών, δηλαδή η περιουσία του είναι ιδιωτική και τώρα με τη νέα νομική κατάσταση κατέστη εκκλησιαστικό, δηλαδή η περιουσία του περιέρχεται και διαχειρίζεται από την Εκκλησία, δηλαδή την εξουσία διαθέσεως την έχει πλέον η Εκκλησία, δηλαδή ο επιχώριος Μητροπολίτης μετά του Μητροπολιτικού Συμβουλίου.

 

Γ. ΜΕΤΑΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΟΥ Π.Ι.Ι.Ε.Τ. ΣΕ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ

 

Η ουσιαστική συνέπεια των νομοθετικών ρυθμίσεων, τροποποιήσεων των διατάξεων του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος και του περί Διοικήσεως του Π.Ι.Ι.Ε.Τ. Νόμου είναι η μετατροπή του Ιερού Ιδρύματος από αυτοτελούς ευαγούς καθιδρύματος με ιδιάζοντα χαρακτήρα κοινωφελούς οργανισμού και με αδιαμφισβήτητο θρησκευτικό ρόλο σε ένα καθαρά εκκλησιαστικό ίδρυμα, ελεγχόμενο από την τοπική εκκλησία. Αυτό έγινε με την παράγραφο 6 του άρθρου 51 του Ν. 4301/2014 (ιδέ Παράρτημα), που κατάργησε την παρ. 1 του άρθρου 66 του Ν. 590/1977, Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος, καταργουμένης της εξαιρέσεως που είχε θεσπιστεί με την προηγούμενη παράγραφο, το Π.Ι.Ι.Ε.Τ. κατέστη εκκλησιαστικό ίδρυμα.

Συνέπειες της νέας καταστάσεως αυτής είναι :

  1. Η τοπική εκκλησία και ο επιχώριος μητροπολίτης καθίστανται αποκλειστικοί αρμόδιοι για τη διοίκηση του ιδρύματος και καθορίζουν τους στόχους, τους σκοπούς και τις δραστηριότητές του.
  2. Γίνεται εφαρμογή, για πρώτη φορά, εξαιτίας της καταργήσεως της παρ. 1 του άρθ. 66, Ν. 590/1977 των διατάξεων της παραγράφου 5 του άρθρου 35 Ν. 590/1977 (Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος), όπου ορίζεται ότι τη διαχείριση των εκκλησιαστικών ιδρυμάτων και Ιερών Προσκυνημάτων, δηλαδή τώρα του Π.Ι.Ι.Ε.Τ., την έχει το Μητροπολιτικό Συμβούλιο, ως επίσης με ΠΔ μετά από πρόταση του επιχωρίου μητροπολίτη αναζητούνται προσφορότεροι τρόποι διοικήσεως, με έναν μόνο περιορισμό, να μη θιγεί η ισχύς των διατάξεων του Ν. 349/1976.

Το Μητροπολιτικό Συμβούλιο απαρτίζεται από εννέα πρόσωπα, τα οποία αναφέρεται στο Νόμο ότι είναι αιρετά, στην πράξη όμως ορίζονται από τον Μητροπολίτη και τον συνεπικουρούν στη διοίκηση της Μητροπόλεως και των Οργανισμών που υπάγονται σε αυτήν, μεταξύ των οποίων είναι και τα εκκλησιαστικά ιδρύματα.

Για να γίνει κατανοητό σε ποιο βαθμό και ποιο μέτρο λαμβάνει χώρα αυτή η διαχείριση της περιουσίας των εκκλησιαστικών ιδρυμάτων και Ιερών Προσκυνημάτων, αρκεί να αναγνώσει κανείς μια Ημερήσια Διάταξη οποιουδήποτε Μητροπολιτικού Συμβουλίου οποιασδήποτε Ιεράς Μητροπόλεως. Καλείται το Μητροπολιτικό Συμβούλιο να εγκρίνει ακόμη και εκταμίευση χρηματικού ποσού από τραπεζικό λογαριασμό ή να εγκρίνει το άνοιγμα τραπεζικού λογαριασμού εκκλησιαστικού ιδρύματος που ευρίσκεται εντός των ορίων της Ιεράς Μητροπόλεως.

Στην προκειμένη περίπτωση, και για την οικονομία της συζητήσεως, ας λάβουμε ως δεδομένο ότι το Π.Ι.Ι.Ε.Τ. εξακολουθεί και μετά το Ν. 4301/2014 να είναι Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου και ο Ν. 349/1976 να είναι σε ισχύ. Παρόλα ταύτα, η διάταξη της παρ. 5 του άρθρου 35 Ν. 590/1977 εφαρμόζεται με τον περιορισμό «να μην παραβλάπτει την ισχύ του Ν. 349/1976». Το ερώτημα είναι ποια είναι η έκταση εφαρμογής της συγκεκριμένης διατάξεως, ποιος δηλαδή θα είναι ο ρόλος του Μητροπολιτικού Συμβουλίου στη διοίκηση και διαχείριση του Π.Ι.Ι.Ε.Τ. Σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 5 του άρθρ. 35, αυτή εφαρμόζεται ανεξαρτήτως της νομικής καταστάσεως των εκκλησιαστικών ιδρυμάτων, είτε αυτά είναι ΝΠΔΔ ή ΝΠΙΔ. Προκειμένου να μην εισέλθουμε σε αυτή τη μεγάλη συζήτηση, ας θεωρήσουμε ότι ο ρόλος του Μητροπολιτικού Συμβουλίου θα είναι ο ελάχιστος. Ο ελάχιστος αυτός ρόλος είναι ο έλεγχος της νομιμότητος και σκοπιμότητος των αποφάσεων της διοικούσας επιτροπής του Π.Ι.Ι.Ε.Τ. Μόνο ο έλεγχος της νομιμότητος αρκεί για να ποδηγετηθεί το Π.Ι.Ι.Ε.Τ. από την Εκκλησία, αφού ο έλεγχος αυτός, δεν αναφέρεται μόνο στη νομοθεσία της Πολιτείας, αλλά και στη νομοθεσία της Εκκλησίας, δηλ. στις αποφάσεις της Δ.Ι.Σ. και της Ι.Σ.Ι. καθώς και τις αποφάσεις του επιχωρίου Μητροπολίτη. Έτσι, μετά και πάνω από τις αποφάσεις της Διοικούσας Επιτροπής, θα έχουμε και τον έλεγχο νομιμότητας του Μητροπολιτικού Συμβουλίου. Από την εφαρμογή της διατάξεως αυτής, της παρ. 5 του άρθρου 35 Ν. 590/1977, δεν μπορεί να παραιτηθεί ο επιχώριος Μητροπολίτης, ούτε και το Μητροπολιτικό Συμβούλιο, αφού διαφορετικά, θα διέπρατταν παράβαση καθήκοντος.

Παράλληλα με τον έλεγχο νομιμότητος, υπάρχει και ο έλεγχος σκοπιμότητος, ποιους σκοπούς εξυπηρετεί η κάθε απόφαση της Διοικούσας Επιτροπής. Και αυτός ο έλεγχος πραγματοποιείται από το Μητροπολιτικό Συμβούλιο. Έτσι, το Μητροπολιτικό Συμβούλιο μπορεί να αναπέμψει αποφάσεις της Δ.Ε., με σκοπό να ληφθεί εκ νέου απόφαση αν λχ κρίνει ότι ελήφθη απόφαση για την ενίσχυση μη χριστιανικού σωματείου ή που δεν έχει άμεσα σκοπούς που να συνάδουν με τις δραστηριότητες και τα σχέδια του μητροπολίτη. Μπορεί να αλλάξουν τα ποσοστά επιδοτήσεων του δήμου και Λιμενικού Ταμείου ή να δεσμευθούν χρηματικά ποσά, αν λχ ο δήμαρχος δεν σέβεται την Κυριακή αργία, κλπ. Με αυτό τον τρόπο, ο Μητροπολίτης και η τοπική εκκλησία ρυθμίζει θέματα κοινωνικής συνοχής και όχι η τοπική αυτοδιοίκηση.

Συμπέρασμα όλων αυτών είναι ότι οι αποφάσεις της Διοικούσας Επιτροπής του Π.Ι.Ι.Ε.Τ. δεν είναι άμεσα εκτελεστές αλλά η εκτέλεσή τους εξαρτάται από τις αποφάσεις του Μητροπολιτικού Συμβουλίου, που όπως προαναφέραμε ασκεί έλεγχο νομιμότητας και σκοπιμότητας επί των αποφάσεων της Δ.Ε.

Από όλα αυτά, καθίσταται σαφές ότι οι νέες νομοθετικές ρυθμίσεις μεταβάλλουν άρδην τη νομική και πραγματική κατάσταση του Ιερού Ιδρύματος που επί 200 χρόνια είχε ένα πρότυπο καθεστώς μέσα στα πλαίσια της βουλήσεως των διαθετών – Κτητόρων και με ευεργετικές συνέπειες για τον λαό της Τήνου, με πανελλήνια ακτινοβολία.

 

Δ. ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΕΣ ΕΓΚΥΚΛΙΟΙ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΟΥΣΑΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

 

Πηγή του Δικαίου θεωρούμε ότι είναι οι Νόμοι που ψηφίζονται από το Κοινοβούλιο, οι Υπουργικές Αποφάσεις ή Κ.Υ.Α. που εκδίδονται από τους αρμόδιους υπουργούς και υπογράφονται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και το έθιμο. Ασφαλώς εδώ πρέπει να προστεθούν οι διατάξεις του διεθνούς δικαίου και ιδιαίτερα οι κανονισμοί της ΕΕ. Επειδή πολλές φορές μετά την ψήφιση ενός Νόμου, όπως λχ εν προκειμένω του Ν. 4301/2014, γεννώνται θέματα ερμηνείας, θα πρέπει να τονιστεί ότι η ερμηνεία νόμου γίνεται μόνο από αυτόν που εξέδωσε τον συγκεκριμένο νόμο, δηλαδή τη Βουλή και ασφαλώς τα Δικαστήρια, όταν κάποια συγκεκριμένη υπόθεση οδηγηθεί σε αυτά. Ουδείς άλλος έχει το δικαίωμα να ερμηνεύσει το Νόμο. Συγκεκριμένα, αν υφίστανται κάποια θέματα ερμηνείας του Ν. 4301/2014, αυτά εν τέλει θα ερμηνευτούν από τα Δικαστήρια και όχι από τη Διοίκηση της Πολιτείας, δηλαδή το Υπουργείο Παιδείας ή τη Διοίκηση της Εκκλησίας.

Συνηθίζεται η Διοίκηση, δηλαδή το Υπουργείο Παιδείας και η Διοικούσα Εκκλησία, μετά την ψήφιση κάθε νόμου ή νομοθετικού κειμένου, να εκδίδουν εγκυκλίους, που περιέχουν κατευθυντήριες γραμμές προς τα κατώτερα διοικητικά όργανα για την εφαρμογή κάθε νομοθετήματος. Αυτές οι εγκύκλιοι δεν είναι νομοθετικά κείμενα, δεν αποτελούν ερμηνεία του νόμου και δεν δεσμεύουν την Πολιτεία και τη Διοίκηση, καθότι εύκολα μπορούν να αλλάξουν με την αλλαγή του Υπουργού ή του συγγραφέα της εγκυκλίου ανωτέρω διοικητικού υπαλλήλου. Συνεπώς, πρέπει να καταστεί απόλυτα σαφές, ότι τυχόν εγκύκλιος του Υπουργείου Παιδείας ή της Διοικούσας Εκκλησίας, ουδεμία νομική ισχύ έχει.

 

Ε. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

 

Όλοι οι πολίτες πρέπει να εναντιωθούν στις παραπάνω πρόσφατες νομοθετικές ρυθμίσεις, από καθήκον σεβασμού των νόμων, καθότι οι ρυθμίσεις αυτές είναι αντισυνταγματικές. Μετά τη λαϊκή συνέλευση της 2ας Νοεμβρίου του 2014, που έγινε στην Τήνο μετά από πρόσκληση του δημάρχου Τήνου, με ομόφωνη απόφαση του δημοτικού συμβουλίου και με παλλαϊκή συμμετοχή, πρέπει να εμμείνουμε στο ψήφισμα που εγκρίθηκε, με την απαίτηση να καταργηθεί ο Νόμος και να επανέλθει το Π.Ι.Ι.Ε.Τ. στο καθεστώς Διοικήσεως προ του 1969. Αυτή τη λαϊκή απαίτηση και σαφή και καθαρή εντολή, πρέπει να διαχειριστούν οι αρμόδιοι και η συντονιστική επιτροπή αγώνα που εκλέχθηκε, ώστε άμεσα να υλοποιηθεί το ψήφισμα και να γίνει σεβαστή η επί 200 χρόνια νομική και πραγματική κατάσταση του Π.Ι.Ι.Ε.Τ.

 

 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΝΟΜΩΝ

 

Α. N. 4301/2013 (ΦΕΚ Α’ 223/7.10.2014) «Οργάνωση της νομικής μορφής των θρησκευτικών κοινοτήτων και των ενώσεών τους στην Ελλάδα και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας Γενικής Γραμματείας Θρησκευμάτων και λοιπές διατάξεις».

 

1. Αρθ. 26 παρ. 1 «Το πρώτο εδάφιο της παρ. θ΄ του άρθρου 4 του ν. 349/1976 (Α΄149) αντικαθίσταται ως ακολούθως: Τα μέλη της νέας Διοικούσης Επιτροπής συνέρχονται σε ολομέλεια, κατόπιν πρόσκλησης του Προέδρου στην αίθουσα τελετών του Ιδρύματος, και υπό την προεδρεία του εκλέγουν τον Αντιπρόεδρο και Γενικό Γραμματέα με μυστική ψηφοφορία και συγκροτούνται σε σώμα υπό τον Πρόεδρό της. Σε περίπτωση ισοψηφίας η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται φανερά και σε περίπτωση νέας ισοψηφίας επικρατεί η ψήφος του Προέδρου.»

2. Αρθ. 50 «Στην παρ. 2 του άρθρου 3 του ν. 3136/1995 (Α΄ 35), στο στίχο 7 προστίθεται η φράση «στην οποία και μόνο για το σκοπό αυτόν, συμμετέχει και ο Πρόεδρος του ΠΙΙΕΤ».

3. Αρθ. 51 παρ. 6 «Η παρ. 1 του άρθρου 66 του ν. 590/1977 (Α΄146) καταργείται. Το προηγούμενο εδάφιο δεν καταργεί τον ισχύοντα ν. 349/1976 (Α΄149), όπως έχει τροποποιηθεί μέχρι και τη δημοσίευση του παρόντος νόμου».

 

Β. Ν. 4235/2014 (ΦΕΚ Α’ 32/11.2.2014) «Διοικητικά μέτρα, διαδικασίες και κυρώσεις στην εφαρμογή της ενωσιακής και εθνικής νομοθεσίας στους τομείς των τροφίμων, των ζωοτροφών και της υγείας και προστασίας των ζώων και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων».

 

Αρθ. 68 παρ. 4 «Στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 1 του ν. 590/1977 (Α΄ 146) μετά τη φράση «Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου,» προστίθεται η φράση «όπως και τα Ιερά Προσκυνήματα, τα εκκλησιαστικά Ιδρύματα και εκκλησιαστικά Μουσεία» και μετά τη φράση «εκδιδομένων υπό» προστίθεται η φράση «της Ι.Σ.Ι. ή της Δ.Ι.Σ. κατόπιν προτάσεως».

 

Γ. Ν. 590/1977 (ΦΕΚ Α’ 146/31.5.1977) «Περ το Καταστατικο Χάρτου τς κκλησίας τς λλάδος»

 

1. Αρθ. 35 παρ. 5 «Στα Μητροπολιτικ Συμβούλια νήκει πέρα π τς κατ τς κείμενες διατάξεις ρμοδιότητές τους, διαχειρίσ, διοίκηση κα ξιοποίηση τς περιουσίας το νομικο προσώπου τς Μητρόπολης, καθς κα τς περιουσίας τν ερν προσκυνημάτων τς περιοχς τς οκείας μητρόπολης. Μ προεδρικ διατάγματα πο κδίδονται μ πρόταση το πουργο θνικς Παιδείας κα Θρησκευμάτων, στερα π γνώμη τς ΔΙΣ μπορε ν καθορίζεται κατ᾿ λλον προσφορότερον τρόπον, διοίκηση κα διαχειρίσ τν ερν προσκυνημάτων που βρίσκονται στην περιοχ τς κκλησίας τς λλάδος, νεξαρτήτως τς μέχρι τώρα νομικς τος μορφς κα καταστάσης. π τν φαρμογ τν διατάξεων ατν δ θίγεται σχς το ν. 349/1976 κα το ρθρου 84 το ν. 1416/1984, καθς κα τν βάσει ατν κδοθέντων κανονιστικν διαταγμάτων κα ποφάσεων.

Μ ποφάσεις τς ΔΙΣ πο δημοσιεύονται στην φημερίδα τς Κυβερνήσεως μπορον ν νατεθον στα Μητροπολιτικ Συμβούλια κα λλες ρμοδιότητες».

2. Αρθ. 66 παρ. 1 «Τν περ κκλησιαστικν δρυμάτων κα ερν προσκυνημάτων διατάξεων το παρόντος νόμου ξαιρεται τ Πανελλήνιον ερν δρυμα Εαγγελιστρίας Τήνου, τ ποον διέπεται π τν διατάξεων το Ν. 349/1976 «περ διοικήσεως το Πανελληνίου ερο δρύματος Εαγγελιστρίας Τήνου».

3. Κείμενο όπως διαμορφώθηκε μετά την τροποποίηση : «4. Κατ τς νομικς ατν σχέσεις κκλησία τς λλάδος, α Μητροπόλεις, α νορίαι μετ τν νοριακν ατν Ναν, α Μοναί, ποστολικ Διακονία, ΟΔΕΠ, τ ΤΑΚΕ, τ Διορθόδοξον Κέντρον τς κκλησίας τς λλάδος, ε