Με μεγάλη έκπληξη και απορία διαβάζουμε στα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας έγγραφα και δελτία τύπου, από το ΠΙΙΕΤ, σχετικά με τις ρυθμίσεις του Ν. 4521/2018, ενός νόμου που ψηφίστηκε από τη Βουλή των Ελλήνων στις 26-02-2018 και είναι το αποτέλεσμα των αγώνων του Τηνιακού λαού για να μείνει το ΠΙΙΕΤ κοινωφελές ίδρυμα με εκκλησιαστικό χαρακτήρα, υπό την εποπτεία του κράτους και να εξαιρείται από τα αμιγώς εκκλησιαστικά Ιδρύματα. Μεγάλη είναι η απορία μας για ποιο λόγο το ΠΙΙΕΤ και ιδιαίτερα ο Αντιπρόεδρός του, σημερινός υπηρεσιακός αντιπρόεδρος, αφού η θητεία της ΔΕ έχει λήξει στις 30-06-2018, επιμένει να προβάλει τις προσωπικές του απόψεις, χρησιμοποιώντας το ΠΙΙΕΤ και διασύροντάς το στον ευσεβή λαό. Από το Νοέμβριο του 2014, παρακολούθησα και συμμετείχα σε όλες τις φάσεις και διαδικασίες για την κατάργηση των διατάξεων του Ν. 4301/2014 που αφορούσαν το ΠΙΙΕΤ (τροπολογία Λοβέρδου) και που το εξέτρεψαν από την κανονικότητα. Θα σας ενημερώσω για όλα αυτά με λεπτομέρειες αργότερα, γιατί αυτή τη χρονική στιγμή το ΠΙΙΕΤ και πάλι βρίσκεται υπό την κρίση του Συμβουλίου της Επικρατείας. Έχουμε όλοι απόλυτη εμπιστοσύνη στη δικαιοσύνη και ιδιαίτερα στους δικαστές του Συμβουλίου της Επικρατείας, είναι όμως ακατανόητο για εμάς ότι η απερχόμενη διοίκηση του ΠΙΙΕΤ επιχειρεί με κάθε τρόπο να προβάλει προσωπικές απόψεις στον τύπο, υπογράφοντας ως Διοικούσα Επιτροπή του ΠΙΙΕΤ και προφανώς στοχεύοντας να επηρεάσει την κοινή γνώμη και να δημιουργήσει ψευδείς εντυπώσεις. Η τελευταία ανακοίνωση του υπηρεσιακού Αντιπροέδρου της ΔΕ που υπέγραφε ως Διοικούσα Επιτροπή απεδείχθη μετά από ανακοίνωση πέντε εκ των εννέα τακτικών μελών, ότι έφερε απλώς την υπογραφή του και δεν είχε τη συναίνεσή τους. Δημιουργείται έτσι ένα μεγάλο πολιτικό και νομικό θέμα, όταν παρουσιάζεται ένα κείμενο που ψευδώς φέρει υπογραφές, μελών της ΔΕ, οι οποίοι με ανακοίνωσή τους δηλώνουν ότι δεν συμφωνούν με το κείμενο και δεν υπέγραψαν. Αυτός είναι πραγματικός διασυρμός του Ιερού Ιδρύματος και πρέπει να τον εμποδίσουμε με κάθε τρόπο.
Επί του θέματος του κενού διαχείρισης των θεμάτων του ΠΙΙΕΤ, που δήθεν δημιουργήθηκε με το νόμο, ο ισχυρισμός των προσφευγόντων ατομικά και προσωπικά στο ΣτΕ, Πρόεδρου, Αντιπρόεδρου και τριών μελών της ΔΕ, ότι προσπαθούν να σώσουν το Ίδρυμα από την ακυβερνησία, τούτο είναι πλήρως αναληθές για τον εξής απλό λόγο, το δήθεν κενό που θεωρούν ότι υπάρχει από τις 30 Ιουνίου 2018, λήξη της θητείας της ΔΕ, μέχρι τις 30 Οκτωβρίου 2018, που αναλαμβάνει καθήκοντα η νέα επιτροπή είναι κείμενο του νόμου, (άρθρο 48 Ν. 4521/2018). Κατά κειμένου νόμου δεν μπορεί και δεν δικαιούται κανένας να στραφεί με προσφυγή – αίτηση ακυρώσεως στο Συμβούλιο της Επικρατείας, αυτό είναι εντελώς απαράδεκτο. Στο ΣτΕ μπορούμε να προσφύγουμε μόνο κατά πράξεων της Διοικήσεως και όχι κατά νόμου, έτσι οι προσφεύγοντες δεν προσέφυγαν στο ΣτΕ, δήθεν για το κενό που ισχυρίζονται ότι υπάρχει, αλλά κατά της διοικητικής πράξεως του Συντονιστή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αιγαίου που προκήρυσσε τις εκλογές για τη ΔΕ του ΠΙΙΕΤ στις 22-07-2018. Προσβαλλόμενη πράξη λοιπόν είναι μόνο η πράξη προκήρυξης των εκλογών, αυτό ζητούν και θέλουν να εμποδίσουν, να μη γίνουν οι εκλογές. Όλα τα άλλα τα αναφέρουν στο κείμενό τους, αλλά δεν είναι προσβαλλόμενες πράξεις. Το ΣτΕ έχει ορίσει ημερομηνία για την αίτηση ακυρώσεως στις 7 Δεκεμβρίου 2018 και αναμένεται να εκδικαστεί και η αίτηση αναστολής. Χωρίς να προδικάζουμε σε καμία περίπτωση τις αποφάσεις του ΣτΕ και αναφερόμενοι στα μέχρι σήμερα, το ΣτΕ εκδίκασε το αίτημα των προσφευγόντων για προσωρινή διαταγή αναστολής εκτελέσεως, στην οποία ζήτησαν να ανασταλούν – να μην γίνουν οι εκλογές. Το Δικαστήριο απέρριψε το αίτημά τους, έχασαν δηλαδή την υπόθεση και έτσι οι εκλογές θα γίνουν κανονικά με τα μέχρι τώρα δεδομένα, στις 22 Ιουλίου 2018. Αναμένεται η απόφαση επί της αιτήσεως αναστολής εκτελέσεως.
Από όλα τα παραπάνω διαφαίνεται σαφώς ότι το ΣτΕ αναφερόμενο στην διαχείριση των τρεχουσών υποθέσεων του ΠΙΙΕΤ, δεν έλαβε μέτρο που ζήτησαν οι προσφεύγοντες, αλλά ρύθμισε μία κατάσταση, την οποία ζητούσαν όλοι, ενόψει της σιωπής του νόμου και ιδιαίτερα τεκμηριωμένα, υπεδείκνυε η γνωμοδότηση του καθηγητή κ. Νικολάου Αλιβιζάτου, την οποία προ πολλού χρόνου είχε παραγγείλει ο Δήμαρχος Τήνου, κ. Ιωάννης Σιώτος. Συνεπώς αν όπως ισχυρίζονται οι προσφεύγοντες είχαν διαπιστώσει ότι στο νόμο υφίσταντο κενό διαχείρισης ή κίνδυνος ακυβερνησίας του ΠΙΙΕΤ, γιατί δεν απέστειλαν έγκαιρα από το Μάιο 2018 έγγραφο στο Υπουργείο Παιδείας, να διευκρινίσει το θέμα, ή δεν ανέθεταν σε κάποιον έγκριτο νομικό να συντάξει σχετική γνωμοδότηση, τούτο το έπραξε έγκαιρα μόνο ο Δήμαρχος Τήνου, ο οποίος ενδιαφέρεται για την εύρυθμη λειτουργία του ΠΙΙΕΤ και την ενότητα του Τηνιακού λαού.
Ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφράζει τις προσωπικές του απόψεις, αλλά κανένας δεν μπορεί να επιχειρεί να διασύρει το ΠΙΙΕΤ, δημιουργώντας ψευδείς εντυπώσεις, αφού το ΠΙΙΕΤ είναι κοινωφελές ίδρυμα με εκκλησιαστικό χαρακτήρα, υπό την εποπτεία του κράτους και συμβάλει αποφασιστικά στην πνευματική, κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη του τόπου μας.